Η αυχενική μοίρα της σπονδυλικής στήλης εξασφαλίζει την στήριξη του κεφαλιού και συντελεί στην επίτευξη κινήσεων μεγάλου εύρους, γεγονός που την καθιστά ιδιαίτερα επιρρεπή σε εμφάνιση εκφυλιστικών αλλοιώσεων που με τη σειρά τους ενδέχεται να προκαλέσουν ποικίλα συμπτώματα. Αν και η πρώτη προσπάθεια αντιμετώπισης αυτών των παθολογικών καταστάσεων είναι συνήθως συντηρητική, σε ορισμένα περιστατικά αυτό δεν επαρκεί. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η χειρουργική επέμβαση με πρόσθια αυχενική δισκεκτομή αποτελεί τη μέθοδο εκλογής. Η επέμβαση αυτή αποσκοπεί στην αποσυμπίεση των νευρικών δομών και τη μείωση του πόνου, της μυϊκής αδυναμίας και άλλων συμπτωμάτων που σχετίζονται με παθήσεις της αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης.
Η πρόσθια αυχενική δισκεκτομή ενδείκνυται για την αντιμετώπιση μιας σειράς παθολογικών καταστάσεων της αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης, η βασικότερη εκ των οποίων είναι η ύπαρξη κήλης μεσοσπονδύλιου δίσκου και η στένωση του σπονδυλικού σωλήνα, η οποία μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την εμφάνιση ριζοπάθειας ή μυελοπάθειας. Η επέμβαση εφαρμόζεται επίσης σε επιλεγμένες περιπτώσεις αυχενικής σπονδύλωσης, εκφυλιστικής δισκοπάθειας με ανθεκτικό πόνο στον αυχένα και νευρολογικά ελλείμματα, ενώ ενδείκνυται και για την αντιμετώπιση ορισμένων όγκων οι οποίοι εμφανίζονται στην περιοχή.
Η επέμβαση πραγματοποιείται συνήθως με γενική αναισθησία. Ο ασθενής τοποθετείται σε ύπτια θέση και γίνεται μια μικρή οριζόντια τομή στο πρόσθιο τμήμα του τραχήλου. Ο χειρουργός σπονδυλικής στήλης απωθεί προσεκτικά τους μύς και τους μαλακούς ιστούς του τραχήλου ώστε να φτάσει την πρόσθια επιφάνεια της αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης. Στη συνέχεια αφαιρείται ο μεσοσπονδύλιος δίσκος που προκαλεί το πρόβλημα με τη χρήση ειδικών εργαλείων και με τη χρήση ειδικού νευροχειρουργικού μικροσκοπίου, μαζί με τυχόν οστεόφυτα που συμβάλλουν στη συμπίεση των νευρικών δομών ή του νωτιαίου μυελού. Με αυτό τον τρόπο, αποσυμπιέζονται οι νευρικές δομές ή ο νωτιαίος μυελός, γεγονός που οδηγεί σε άμεση ύφεση των νευρολογικών συμπτωμάτων.
Μετά την αφαίρεση του μεσοσπονδύλιου δίσκου, μπορεί να πραγματοποιηθεί διασωματική σπονδυλοδεσία για να σταθεροποιηθεί το σημείο από το οποίο αφαιρέθηκε ο μεσοσπονδύλιος δίσκος. Η σπονδυλοδεσία επιτυγχάνεται με την τοποθέτηση κλωβού με οστικό μόσχευμα, διαδικασία η οποία αποσκοπεί στην καλύτερη ένωση των σπονδύλων μετά το χειρουργείο. Ο ασθενής δύναται να κινητοποιηθεί μετά από λίγες ώρες και συνήθως λαμβάνει εξιτήριο την επόμενη ημέρα.
Η πρόσθια αυχενική δισκεκτομή είναι μια ευρέως χρησιμοποιούμενη χειρουργική επέμβαση για τη θεραπεία διαφόρων παθολογιών της αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης, προσφέροντας σημαντικά οφέλη όσον αφορά την ανακούφιση από τον πόνο, τη βελτίωση της λειτουργικότητας και την αποκατάσταση τυχόν νευρολογικών ελλειμμάτων. Τα ποσοστά επιπλοκών είναι σημαντικά χαμηλά, πάραυτα σε σπάνιες περιπτώσεις ενδέχεται να εκδηλωθεί προσωρινά βράγχος φωνής ή δυσκολία στην κατάποση λόγω της εγγύτητας του οισοφάγου και του λάρυγγα στο χειρουργικό σημείο, η οποία υποχωρεί μετά από μερικές ημέρες. Η επιλογή της κατάλληλης χειρουργικής τεχνικής και η μετεγχειρητική φροντίδα είναι απαραίτητες για τη διασφάλιση επιτυχών αποτελεσμάτων και την ελαχιστοποίηση των επιπλοκών.