Το μυοπεριτονιακό άλγος είναι μια αμιγώς νευρομυική διαταραχή που εκδηλώνεται με τη μορφή χρόνιου πόνου. Η πάθηση αυτή χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη σημείων πυροδότησης πόνου ή αλλιώς επώδυνων trigger points εντός των μυϊκών ομάδων του σώματος. Τα trigger points αυτά αποτελούν σφαιρικούς σχηματισμούς στο εσωτερικό της μυικής μάζας του μυός, και συσχετίζονται με μη φυσιολογική σύσπαση μικρών ομάδων μυϊκών ινών εντός αυτού . Ώς αποτέλεσμα εκδηλώνεται επίμονος πόνος ο οποίος μπορεί να εντοπιστεί σε διάφορες περιοχές του σώματος, όπως η μέση, οι ώμοι, οι γλουτοί κ.λ.π. Μάλιστα είναι πολλές οι φορές όπου το σύνδρομο μυοπεριτοναϊκού άλγους προσομοιάζει άλλες παθολογίες, όπως για παράδειγμα μια ριζίτιδα που συνήθως προκαλείται από μία δισκοκήλη.
Εδώ θα πρέπει να διαχωρίσουμε το σύνδρομο μυοπεριτονιακού άλγους από τον κλασσικό μυϊκό πόνο μετά από κόπωση (για παράδειγμα μετά από έντονη σωματική δραστηριότητα και κόπωση). Στο σύνδρομο, ο πόνος είναι επίμονος και παραμένει σχεδόν σε μόνιμη βάση. Ιδιαίτερα σημαντική είναι η κλινική εξέταση για την διάγνωση όχι μόνο της ύπαρξης της παθολογίας αυτής, αλλά και για την απομόνωση του/των μυών που πάσχουν.
Η παθοφυσιολογία του μυοπεριτονιακού άλγους περιστρέφεται γύρω από την ανάπτυξη trigger points, τα οποία είναι εντοπισμένες περιοχές αυξημένης ευαισθησίας που αναπτύσσονται στις μυϊκές ίνες. Αυτές οι περιοχές ευαισθησίας μπορεί να είναι είτε ενεργές είτε λανθάνουσες. Τα ενεργά σημεία πυροδότησης πόνου σχετίζονται με έντονο και βασανιστικό πόνο τοπικά κατά την ψηλάφηση ο οποίος ενδέχεται να ακτινοβολεί σε απομακρυσμένες περιοχές, ενώ οι λανθάνουσες περιοχές ευαισθησίας δεν προκαλούν πόνο παρά περιορισμό της κινητικότητας και ελάττωση της μυϊκής ισχύος.
Η φλεγμονώδης αντίδραση της εν τω βάθει περιτονίας που περιβάλλει τους μύες διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση του συνδρόμου. Η φλεγμονώδης αντίδραση αυτή που συμβάλλει στη σύσπαση των μυϊκών ομάδων προκαλείται εξαιτίας πλήθους παραγόντων, όπως:
Η κλινική παρουσίαση του μυοπεριτονιακού άλγους μπορεί να ποικίλλει ευρέως και συχνά μπερδεύεται με άλλες μυοσκελετικές διαταραχές, καθιστώντας την ακριβή διάγνωση δύσκολη. Οι ασθενείς συνήθως αναφέρουν βαθύ, έντονο πόνο σε συγκεκριμένους μύες ή μυϊκές ομάδες. Ο πόνος μπορεί να είναι επίμονος ή επεισοδιακός και μπορεί να επιδεινωθεί από τη σωματική δραστηριότητα, το άγχος ή το κρύο.
Το χαρακτηριστικό γνώρισμα του μυοπεριτονιακού άλγους είναι η παρουσία ψηλαφητών και ευαίσθητων σημείων πυροδότησης πόνου εντός των προσβεβλημένων μυών. Αυτά τα σημεία πυροδότησης πόνου μπορούν να προκαλέσουν άλγος το οποίο ενδέχεται να ακτινοβολεί σε διαφορετική περιοχή του σώματος, συχνά μακριά από τη θέση του σημείου ευαισθησίας. Για παράδειγμα, ένα σημείο πυροδότησης πόνου στον ώμο μπορεί να προκαλέσει πόνο σε άλλο σημείο του άνω άκρου ή του καρπού, μιμούμενο συμπτώματα άλλων παθήσεων όπως το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα.
Η αντιμετώπιση του συνδρόμου αυτού είναι καθαρά συντηρητική και έχει ως στόχο την ανακούφιση από τον πόνο, τη λύση των ενεργών trigger points και την αποκατάσταση του εύρους κίνησης μυών και αρθρώσεων που έχει χαθεί. Συνήθως, υπό την καθοδήγηση Φυσίατρου, ο ασθενής ακολουθεί ένα πρόγραμμα Φυσικής Ιατρικής και αποκατάστασης με σαφή βελτίωση της συμπτωματολογίας του. Ωφέλιμη είναι επίσης και η χορήγηση από του στόματος φαρμακευτικής αγωγής (αντιφλεγμονώδη, παυσίπονα, μυοχαλαρωτικά). Σε σπανιότερες περιπτώσεις και εφόσον ο πόνος μπορεί να συσχετιστεί με παθολογικά ευρήματα στην σπονδυλική στήλη, κρίνεται αναγκαία η εκτίμηση από νευροχειρουργό – ειδικό χειρουργό σπονδυλικής στήλης.